Σάββατο 23 Φεβρουαρίου 2019

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ



Από την περασμένη Κυριακή έχουμε εισέλθει στην κατανυκτική περίοδο του Τριωδίου, και η αγία μας Εκκλησία τις τρεις Κυριακές που προηγούνται της Μεγάλης Τεσσαρακοστής μας προετοιμάζει προβάλλοντας τις τρεις μεγάλες αρετές που συνιστούν την πνευματική μας ζωή.
Την περασμένη Κυριακή, μέσα από την παραβολή του Τελώνου και του Φαρισαίου, είδαμε τη σημασία της ταπεινώσεως.
Σήμερα, με την παραβολή του Ασώτου υιού, τονίζεται η σημασία της μετανοίας, ενώ την ερχόμενη Κυριακή θα μας υπομνήσει το μεγαλείο της αγάπης και της φιλανθρωπίας.
Η παραβολή του Ασώτου, γνωστή και προσφιλής σε όλους μας, αναφέρεται στον μικρότερο από δυο αδελφούς, που ζήτησε από τον πατέρα του το μερίδιο της περιουσίας που του αναλογούσε και αναχώρησε να βρει την τύχη του.
 Επί μακρό χρονικό διάστημα διασκέδαζε σπαταλώντας την περιουσία, και κάποια στιγμή, όταν έμεινε φτωχός, εγκαταλείφθηκε από τους “φίλους” του και κατέληξε να βόσκει χοίρους προκειμένου να μην πεθάνει από την πείνα.
Τότε αναλογίστηκε το λάθος που έκανε και πήρε την απόφαση να επιστρέψει μετανιωμένος στον πατέρα του, ελπίζοντας να του δώσει μια θέση ανάμεσα στους δούλους του.
“Πατέρα μου, αμάρτησα στο Θεό και σε σένα”, του είπε, “και δεν είμαι άξιος να ονομάζομαι γιος σου.
Σε παρακαλώ να με δεχτείς σαν ένα δούλο σου”.
Ο πατέρας του όχι μόνο τον δέχτηκε, αλλά τον αποκατέστησε ως υιό του και έδωσε εντολή στους υπηρέτες του να ετοιμάσουν γιορτή για την επιστροφή του και να σφάξουν “τον μόσχο τον σιτευτό”.
Όταν επέστρεψε ο μεγαλύτερος γιος στο σπίτι και έμαθε για τη γιορτή, δυσανασχέτησε που ο πατέρας του δέχτηκε με τέτοιο τρόπο τον αμαρτωλό και άσωτο υιό.
Και ο πατέρας του απαντά ότι ήταν επιβεβλημένη η χαρά και όχι η επίπληξη ή η τιμωρία, γιατί ο υιός του ήταν νεκρός και αναστήθηκε, ήταν χαμένος και ευρέθη.

 Με την παραβολή αυτή, όπως και με εκείνη της χαμένης δραχμής που ο ευαγγελιστής Λουκάς προτάσσει της σημερινής, ο Χριστός μας δείχνει αλλά και μας υπενθυμίζει τη μεγάλη σημασία της μετανοίας και της συγγνώμης.
Έχει παγιωθεί, δυστυχώς, μέσα μας η εντύπωση πως άμα κάνουμε κάποιο λάθος, η ζημιά είναι ανεπανόρθωτη, ότι τίποτα δεν μπορεί να είναι όπως πρώτα.
Αυτή η ιδέα όχι μόνο έχει κυριεύσει τη σκέψη μας, αλλά καθορίζει και τη ζωή μας σε τέτοιο βαθμό που εγκλωβιζόμαστε και δεν μπορούμε να κάνουμε βήματα πνευματικής προόδου: θεωρούμε από τη μια τις αμαρτίες μας ανυπέρβλητες και ασυγχώρητες, και από την άλλη αδυνατούμε να συγχωρήσουμε όσους τυχόν μας έχουν βλάψει.
 Ο Χριστός όμως σήμερα, μέσα από την παραβολή αυτή, μας υπενθυμίζει ότι δεν υπάρχει αμαρτία που μπορεί να υπερβεί την άπειρη αγάπη και φιλανθρωπία του Θεού.
 Η ειλικρινής μετάνοια, η χωρίς δικαιολογίες και ωραιοποιήσεις, αυτή που συνοδεύεται με ταπείνωση και συντριβή καρδιάς, ελκύει τη συγγνώμη και την αγάπη του Θεού πριν καλά -καλά βγει από τα χείλη μας.
Είδαμε πώς ο πατέρας, μόλις είδε από μακριά τον γιο του να έρχεται, δεν περίμενε αλλά έσπευσε να τον αγκαλιάσει.
Είδαμε ότι δεν τον ρώτησε τίποτα, ότι δεν τον επιτίμησε, αλλά τον δέχτηκε πίσω με χαρά.
Η μετάνοια, όταν δεν είναι απλά ένα αίσθημα μεταμέλειας αλλά αποτελεί κίνηση επιστροφής στην αγάπη του Θεού και απόφαση εγκατάλειψης της αμαρτίας, έχει τη δύναμη να αναστήσει τη νεκρωμένη από τα πάθη καρδιά μας, να μεταμορφώσει τη ζωή μας, να διαγράψει όλα εκείνα τα λάθη μας που μας βαραίνουν και φαντάζουν ανυπέρβλητα.
 Ναι, υπάρχει η δυνατότητα της επιστροφής, της διαγραφής των λαθών μας, της αποκατάστασης της κοινωνίας της αγάπης με τον θεό και με τον συνάνθρωπό μας.
Και αν από τον καθένα μας, ως αμαρτωλό, είναι σημαντική και απαραίτητη η μετάνοια, άλλο τόσο σπουδαία και απαραίτητη είναι και η συγγνώμη.
Η συγγνώμη είναι η απάντηση προς τον μετανοούντα, και τις περισσότερες φορές προέρχεται από τον Θεό.
 Είναι όμως και άλλες πλείστες φορές, που καλούμαστε εμείς να ασκήσουμε την αγάπη και τη συγγνώμη προς εκείνους που μας έχουν βλάψει.
 Και εκεί φαίνεται αν όντως έχουμε μέσα μας αγάπη, αν όντως έχουμε πραγματικά μετανοήσει και αν έχουμε γευτεί τους καρπούς της αγάπης και της συγγνώμης του ίδιου του Θεού.
Αλήθεια, πώς μπορούμε να ζητάμε από τον Θεό να συγχωρέσει τις αμαρτίες μας, όταν εμείς οι ίδιοι δεν έχουμε τη διάθεση να παραβλέψουμε τα λάθη των αδελφών μας; πώς ζητάμε από τον θεό να μας δεχτεί κοντά Του, όταν η καρδιά μας είναι ξένη και ψυχρή για τους ανθρώπους που ενδεχομένως αγαπάμε αλλά δεν συγχωρούμε;
Συχνά λέμε στους άλλους “σε συγχωρώ, αλλά δεν ξεχνώ αυτό που μου έκανες”.
Αυτό δυστυχώς είναι πλάνη, γιατί δεν μπορεί να υπάρχει συγχώρεση με σκιές και κηλίδες, όπως δεν θα ήταν χαρά το δείπνο της παραβολής, αν έμενε ο υιός με τα βρώμικα και κουρελιασμένα του ρούχα.
Στην περίπτωση αυτή θα ήταν μια παρωδία συγγνώμης, αν όχι εξουθένωση, περιφρόνηση και εξευτελισμός του αμαρτωλού γιου.
Κατά τον ίδιο τρόπο, δεν μπορούμε να λέμε ότι έχουμε συγχωρέσει κάποιον, αν συνεχίζουμε να τον αντιμετωπίζουμε ως αμαρτωλό και βδελυρό.
Είναι βέβαια δύσκολο, και είναι δύσκολο γιατί αποτελεί ένα άθλημα αγάπης.
Ας μη ξεχνάμε αδελφοί μου, όμως ότι ουδέποτε ο Χριστός στάθηκε στην αμαρτία, ουδέποτε κατέκρινε κανένα, αλά αντιθέτως τόνισε τη σημασία και το μεγαλείο της μετάνοιας και τη χαρά που αυτή προξενεί, λέγοντάς μας μεταξύ άλλων ότι “αληθινά, γίνεται μεγάλη χαρά στον ουρανό για έναν άνθρωπο που μετανοεί, παρά για ενενήντα εννέα δίκαιους που δεν έχουν ανάγκη μετανοίας” (Λουκ. 25, 7).

 --- Πηγή: Απλά και Ορθόδοξα:

Σάββατο 16 Φεβρουαρίου 2019

Ταπείνωση και προσευχή (Κυριακή Τελώνου & Φαρισαίου)


Η αντίθεση στην εικόνα της παραβολής είναι ισχυρότατη. «Άνθρωποι δύο ανέβησαν εις το ιερόν προσεύξασθαι, ο εις Φαρισαίος και ο έτερος Τελώνης». Στην πρώτη σκηνή της παραβολής περιγράφεται η στάση της προσευχής και το περιεχόμενο της προσευχής του Φαρισαίου.
Ο Φαρισαίος στην προσευχή του προβαίνει σε μία συγκλονιστική σύγκριση του εαυτού του με τους άλλους. Ευχαριστεί τον Θεό, γιατί δεν είναι όπως οι υπόλοιποι άνθρωποι, που είναι άρπαγες, άδικοι, μοιχοί, ή, σαν τον Τελώνη. Ο Φαρισαίος δηλαδή σύρει τη διαχωριστική γραμμή μεταξύ του εαυτού του, που τον θεωρεί δικαιωματικά εντός του Ναού, ενώ οι άλλοι είναι εκτός γιατί είναι αμαρτωλοί.
Η εικόνα του Τελώνη και η προσευχή του δημιουργούν άλλο κλίμα και προκαλούν άλλα συναισθήματα. Καθόταν μακριά με τα μάτια χαμηλά, χτυπούσε το στήθος του και ζητούσε το έλεος του Θεού. Η προσευχή του ήταν προσευχή μετάνοιας. Ο Τελώνης δεν έχει να επιδείξει έργα αρετής για να ζητήσει δικαίωση, αλλά εμφανίζει, καταθέτει, ομολογεί την αμαρτωλότητά του ενώπιον του Θεού και ζητεί έλεος. Δε διαμαρτύρεται για την απόρριψή του από τους λοιπούς. Τον ενδιαφέρει η δικαιοκρισία του Θεού . Ο Όσιος Νείλος μας συμβουλεύει, στην προσευχή μας να ζητάμε τον καθαρισμό από τα πάθη μας, την απαλλαγή από την άγνοια και τη λήθη, την απαλλαγή από κάθε πειρασμό και εγκατάλειψη Θεού. Να ζητάμε μόνο τη δικαιοσύνη και τη Βασιλεία, δηλαδή την αρετή και την πνευματική γνώση, και όλα τα υπόλοιπα θα προστεθούν σ’ εμάς.
Το δίλημμα
Οι ακροατές της παραβολής τίθενται ενώπιον ενός ουσιαστικού διλήμματος. Ο Φαρισαίος είναι ο ιδανικός θρησκευτικός τύπος, ο οποίος τηρεί τα διατεταγμένα του Νόμου και των παραδόσεων. Ο Τελώνης είναι αμαρτωλός και ζητά εν μετάνοια το έλεος του Θεού. Θα αποδεχτεί ο Θεός και τους δύο ή μόνο τον ένα και ποιόν; Ο λόγος του Χριστού είναι σαφής: «Λέγω υμίν, κατέβη ούτος δεδικαιωμένος ή γαρ εκείνος». Εδώ ο Χριστός ανατρέπει την περί του τρόπου δικαιώσεως αντίληψη των ανθρώπων και αποκαλύπτει πως ο Θεός δέχεται τους ανθρώπους που μετανοούν και ζητούν το έλεός Του με ταπείνωση. Η εξαντλητική αίσθηση της πτώχειας μας είναι θεμέλιο πνευματικής προόδου. Η οντολογική επίγνωση της αμαρτωλότητάς μας είναι πηγή ενέργειας για την προσευχή και στέρεο θεμέλιο για την πνευματικότητά μας.
Τρόποι μετάνοιας
Αυτό το οποίο πρέπει να καταλάβουμε είναι ότι η σωτηρία και η δικαίωσή μας είναι δώρο του Θεού και δεν είναι καρπός των έργων μας. Η οποιαδήποτε αξιομισθία δεν μπορεί να μας χαρίσει τη Βασιλεία του Θεού, αλλά μόνο η αγάπη και η φιλανθρωπία του Θεού.
Ο ιερός Χρυσόστομος εμβαθύνει στον τύπο προσευχής του Τελώνη και μας λέγει ότι υπάρχουν συνολικά πέντε τρόποι μετάνοιας:
Πρώτος τρόπος είναι η αυτογνωσία των αμαρτημάτων μας και η εξομολόγησή τους. Δεύτερος τρόπος είναι το πένθος για τις αμαρτίες μας.
Τρίτος τρόπος είναι η ταπεινοφροσύνη. Τέταρτος τρόπος είναι η ελεημοσύνη, η βασίλισσα των αρετών.
Και τέλος, πέμπτος τρόπος μετάνοιας είναι ή προσευχή.
Η προσευχή πρέπει όμως να εκφράζει όλους τους πιο πάνω τρόπους, και την αυτογνωσία και την εξομολόγηση, και το πένθος για τις αμαρτίες μας και την ταπεινοφροσύνη και την ελεημοσύνη, γιατί μόνο έτσι είναι ουσιαστική και αποτελεσματική.
«Μη προσευξώμεθα φαρισαϊκώς»
Η ίδια η Εκκλησία, τώρα που ανοίγει το Τριώδιο, μας προτρέπει:«Μη προσευξώμεθα φαρισαϊκώς»,δηλαδή με υπερηφάνεια για τα έργα μας, αλλά να ζητάμε τη χάρη της σωτηρίας από τον Θεό αναγνωρίζοντας και ομολογώντας την αναξιότητά μας. Να προσευχόμαστε με φόβο, με πόνο, προσεκτικά, στοχαστικά, άγρυπνα, με χαρά, μας συμβουλεύει ο Ευάγριος. Ρίζα όλων των κακιών είναι η υπερηφάνεια. Σ’ αυτήν υπάρχει θάνατος και σκοτάδι. Η αγία ταπείνωση, με ανερμήνευτο τρόπο, μας ανάγει υπεράνω παντός κτιστού και διατηρεί στη ζωή μας τη Χάρη του Θεού.
Ας έχουμε, λοιπόν, στη σκέψη μας μια σοφή προειδοποίηση που λέγει: «ο διάβολος δεν τρώει, δεν πίνει, και αυτός ο τυπικά πιο μεγάλος ασκητής δεν είναι γι’ αυτό λιγότερο διάβολος…». Η ταπείνωση είναι το μόνο όπλο που νικά τον διάβολο, ο απαραίτητος όρος της σωτηρίας, η μυστική θεία δύναμη, που «συγκλείει εν εαυτή πάντας».
Όπου βλαστάνει η ταπείνωση, εκεί βρύει η δόξα του Θεού (άγιος Ισαάκ ο Σύρος), εκεί ο οφθαλμός του φυτού της ψυχής ανθίζει σε άνθος αμάραντο. Ο Θεός να μας ευλογεί ώστε να περιφρουρούμε κάθε σκέψη μας με την ταπείνωση και έτσι να κατέχουμε τη γνώση της αιώνιας Αλήθειας.

(Επισκόπου Φαναρίου, Αγαθαγγέλου. «Η ζύμη του Ευαγγελίου» σ. 69- 72)

telfar2
Προσθήκη λεζάντας


Σάββατο 2 Φεβρουαρίου 2019

ΚΥΡΙΑΚΗ Ιστ' ΜΑΤΘΑΙΟΥ


        
Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΩΝ ΤΑΛΑΝΤΩΝ

   Ὁ Χριστός, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, συχνά δίδασκε τούς ἀνθρώπους μέ παραβολές. 
Οἱ παραβολές ἦταν φτιαχτές ἱστορίες ἀπό τήν καθημερινή ζωή πού φανέρωναν καί φανερώνουν, μέ παραστατικό καί ἐντυπωσιακό τρόπο ἡ καθεμιά, κάτι ξεχωριστό γιά τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. 
Οἱ ἄνθρωποι πού τίς ἀκοῦνε κατανοοῦν τήν ἀξία τους, ἀφοῦ ὁ Χριστός φανερώνει μ’ αὐτές μοναδικές ἀλήθειες γιά τό Θεό, τό συνάνθρωπο καί τήν ἀγάπη. 
Ἀκόμη χαράσσονται βαθιά μέσα τους καί τίς θυμοῦνται πάντοτε.
Μία ἀπό τίς πολλές παραβολές τοῦ Χριστοῦ ἀκούσαμε καί στό σημερινό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα, τήν παραβολή τῶν ταλάντων.
«Ἕνας ἄνθρωπος, λέγει ὁ Ἰησοῦς, πού θά πήγαινε ταξίδι κάλεσε τούς δούλους του καί τούς ἐμπιστεύτηκε τά ὑπάρχοντά του. 
Σ’ ἕναν ἔδωσε πέντε τάλαντα, σ’ ἄλλον δύο, σ’ ἄλλον ἕνα, στόν καθένα ἀνάλογα μέ τήν ἱκανότητά του. Καί ἔφυγε ἀμέσως γιά τό ταξίδι». 
Ὁ ἄνθρωπος τῆς παραβολῆς, βέβαια, πού θά πήγαινε ταξίδι δέν εἶναι ἄλλος ἀπό τόν δωρεοδότη Θεό, πού μοιράζει στούς ἀνθρώπους πλουσιοπάροχα τά χαρίσματά Του. 
Εἶναι ἀλήθεια ὅτι δέν μποροῦμε νά ἐξηγήσουμε πῶς ὁ Θεός μοιράζει τά χαρίσματά Του.
 Ὁ Θεός δίνει στόν καθένα ὅσο θέλει καί ὁ ἄνθρωπος παίρνει τό χάρισμά του ἀνάλογα μέ τή δεκτικότητά του.
 Τό εὐχάριστο βέβαια εἶναι ὅτι δέν ὑπάρχει ἄνθρωπος χωρίς ἔστω καί ἕνα τάλαντο.
 Ἀρκεῖ νά προσπαθήσουμε ὁ καθένας νά ἀνιχνεύσουμε καί νά βροῦμε μέσα μας τό χάρισμα πού μᾶς ἔδωσε ὁ Θεός.
 Κι ἄς μή παραπονιόμαστε πώς τάχα ἀδικηθήκαμε.
 Εἶναι ἀρκετό νά γνωρίζουμε πώς «ἐκάστω δίδοται ἡ φανέρωσις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πρός τό συμφέρον» καί «κατά τήν ἰδίαν δύναμιν».
 Ἡ ποικιλία ἐξάλλου τῶν χαρισμάτων μέσα στό θεανθρώπινο σῶμα τῆς Ἐκκλησίας εἶναι γεγονός. 
Γιά νά λειτουργεῖ ἁρμονικά καί ἀποδοτικά αὐτό τό σῶμα ἔχει ἀνάγκη πολλῶν καί ποικίλων χαρισμάτων. 
Γι’ αὐτό κάθε μέλος αὐτοῦ τοῦ σώματος θεωρεῖται καί εἶναι χαρισματοῦχο. 
Δέν ἔχει σημασία ἄν ὅλοι δέν ἔχουν κάποιο ἐντυπωσιακό χάρισμα.
 Γεγονός ὅμως εἶναι πώς ὁ καθένας ἔχει τήν ἰδιαιτερότητά του, ἀφοῦ εἶναι μοναδικό καί ἀνεπανάληπτο πρόσωπο. 
Γι’ αὐτή τήν ποικιλία τῶν χαρισμάτων ὁ Ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος λέγει πώς, ὅπως ἡ κιθάρα μόνο ὅταν ἔχει διαφορετικές χορδές μπορεῖ νά ἀποδίδει ἁρμονική μελωδία, ἔτσι καί ἡ ἐκκλησιαστική κοινωνία λειτουργεῖ ἁρμονικά μέ τίς διαφοροποιήσεις τῶν χαρισμάτων.
«Ὕστερα ἀπό ἕνα μεγάλο χρονικό διάστημα, συνεχίζει ὁ Χριστός στήν παραβολή Του, γύρισε ὁ κύριος ἐκείνων τῶν δούλων καί τούς ζητεῖ λογαριασμό.
 Παρουσιάστηκε τότε ἐκεῖνος πού εἶχε λάβει τά πέντε τάλαντα καί τοῦ ἔφερε ἄλλα πέντε. Κύριε, τοῦ λέει, μοῦ ἐμπιστεύτηκες πέντε τάλαντα, κοίτα, κέρδισα μ’ αὐτά ἄλλα πέντε. 
Ὁ κύριος του εἶπε: Εὖγε καλέ καί ἔμπιστε δοῦλε, ἀποδείχθηκες ἀξιόπιστος στά λίγα, γι’ αὐτό θά σοῦ ἐμπιστευθῶ πολλά. Ἔλα νά γιορτάσεις μαζί μου».
 Τά ἴδια ἄκουσε καί ἐκεῖνος πού πῆρε δύο τάλαντα καί τοῦ παρουσίασε τέσσερα.
 Ἦρθε ὅμως καί ὁ τρίτος πού εἶχε λάβει τό ἕνα τάλαντο καί τοῦ εἶπε: «Κύριε, ἤξερα πώς εἶσαι σκληρός ἄνθρωπος… γι’ αὐτό φοβήθηκα καί ἔκρυψα τό τάλαντό σου στή γῆ.  Ὁρίστε τά λεφτά σου».
 Ὁ κύριος τοῦ ἀποκρίθηκε: «Πονηρέ δοῦλε καί ὀκνηρέ, ἤξερες ὅτι θερίζω ὅπου δέν ἔσπειρα… ἔπρεπε λοιπόν νά βάλεις τά χρήματα στήν τράπεζα καί ἐγώ θά τά ἔπαιρνα μέ τόκο. Πάρτε του λοιπόν τό τάλαντο καί δῶστε το σ’ αὐτόν πού ἔχει τά δέκα. Καί τόν ἄθλιο αὐτόν δοῦλο πετάξτε τόν ἔξω στό σκοτάδι»
Γιά τά χαρίσματα, ἀγαπητοί μου αδελφοί,, πού μᾶς δώρισε ὁ Θεός θά λογοδοτήσουμε ὅταν ἔρθει ἡ ὥρα τῆς κρίσεως. 
Εἶναι πλάνη νά νομίζουμε πώς τό χάρισμα μᾶς ἀνήκει καί μᾶς προσδίδει προσωπική ἀξία. 
Ἄν τό βλέπουμε ἔτσι, τότε τό χρησιμοποιοῦμε γιά προσωπική προβολή καί ἐπιβολή καί συχνά γιά καταδυνάστευση καί ἐκμετάλλευση τῶν ἄλλων.
 Ὁδηγούμαστε συνεπῶς στήν κατάχρηση τῆς δωρεᾶς, στόν ἐγωισμό, στήν ἄρνηση τῆς ἀγάπης ἤ στήν ἀδράνεια καί στήν ἀπόκρυψη τοῦ ταλάντου καί τελικά στήν ἀπώλεια τῶν δωρεῶν τοῦ Θεοῦ.
<Επομένως, ὀφείλουμε νά καλλιεργοῦμε καί νά ἀναπτύσσουμε τά τάλαντά μας.
 Νά ἐργαζόμαστε πάνω σ’ αὐτά, νά τά ἀξιοποιοῦμε καί νά τά πολλαπλασιάζουμε. 
Ἡ ἀξιοποίηση βέβαια γίνεται ὅταν προσφέρουμε τά χαρίσματά μας «πρός τόν καταρτισμόν τῶν Ἁγίων εἰς ἔργον διακονίας, εἰς οἰκοδομήν τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ». 
Ἀξιοποίηση τῶν δωρεῶν τοῦ Θεοῦ στή συνείδηση τῆς Ἐκκλησίας σημαίνει καί κοινωνική προσφορά καί φιλανθρωπία πρός τούς πάσχοντες ἀδελφούς μας. 
Ἐξάλλου εἶναι γνωστό ἀπό τήν παραβολή τῆς κρίσεως, πώς τό κριτήριο τῆς σωτηρίας εἶναι ἡ ἀγάπη πρός τόν ἀδελφό μας. 
Τό ἄνοιγμα ἄρα τοῦ οὐρανοῦ καί ὁ δρόμος τῆς σωτηρίας περνᾶ μέσα ἀπό τήν Ἐκκλησία, ἀπό τή σχέση μας δηλαδή μέ τό Χριστό, πού εἶναι ἡ κεφαλή της καί τή σχέση μας μέ τούς ἀδελφούς μας, πού εἶναι τά μέλη της. 
Ἄν τό συνειδητοποιήσουμε αὐτό, τότε τά χαρίσματά μας θά χρησιμοποιηθοῦν γιά τήν προαγωγή αὐτοῦ τοῦ σώματος καί ὑπάρχει βέβαιη ἐλπίδα νά ἀκούσουμε καί ἐμεῖς τά λόγια τοῦ Κυρίου: «Εὖ δοῦλε ἀγαθέ καί πιστέ· εἴσελθε εἰς τήν χαράν τοῦ Κυρίου σου». Ἀμήν.